30.8.10

Οι «Ανατολικοί δρόμοι»



Οι πόθοι μας νύσταξαν κάποιο πρωί
και στον ύπνο τους πέθαναν.
Μάθαμε να ζητάμε στη ζωή μας τα λίγα.
Αλλάξαμε τα μεγάλα ταξίδια στ’ απλόχερα πέλαγα
με φτωχά καρυδότσουφλα στου δρόμου τ’ απόνερα.
Η ορμή μας να σκίσουμε τα γαλάζια ακροούρανα
ξεχάστηκε στα φτερά πεταλούδας, σαν όνειρο.
Οι χαρές μας πεθάνανε πριν γεννηθούν
κι οι λύπες αγγίξανε μόνο τα μάτια μας.
Σ’ ακίνητους βάλτους θρονιάστηκε η σκέψη μας.
Τα λόγια μας πνίγηκαν στη διαρκή επανάληψη.
Και συνηθίσαμε να λέμε: Όλα πάνε καλά.
Σε μια τεχνητή ηρεμία να βουλιάζει το είναι μας
και να’ ναι το σήμερα η πιστή αντιγραφή του χτες.
Κρατηθήκαμε γερά απ’ τα χέρια μην πέσουμε
στην άσκοπη, τυφλή πορεία μας
μ’ ένα ηλίθιο χαμόγελο τραγικής ικανοποίησης.
Κι ήτανε η πορεία μας βήμα σημειωτό.
Μια θλιβερή πορεία μες στην νύχτα
Χωρίς πίστη, χωρίς ιδανικό.

Κάποιες ώρες η ψυχή ξαστερώνει
κι ακούει από πέρα μηνύματα
των άστρων το κάλεσμα
των κυμάτων την άρμη
του φωτός τις παλίρροιες
των φτερών την ορμή.
Κάποιες ώρες
η ψυχή ξαστερώνει
κι η ψυχή λαχταρά
σαν πουλί.

Κι οι πόθοι μας ξύπνησαν κάποιο πρωί
καθώς είχαν υπνώσει.
Των ματιών μας τα βύθη πλημμύρισαν όνειρα.
Τώρα στ’ αλήθεια μπορούμε και βλέπουμε
λες κι ο κόσμος καινούργιος ξαναπλάστηκε γύρω μας.
Καταλύσαμε πια του χτες τις καστρόπορτες.
Λιποτάχτες του κράτους της νάρκης γινήκαμε.
Σπάσαμε τις πρυμάτσες που ανήλεα μας έδεναν
θλιβερούς αιχμαλώτους των χαμένων ελπίδων μας.
Η γιορτή της Ανάστασης μας βρήκε στο ψήλωμα
μ’ αναμένει λαμπάδα τη σκέψη μας.
Της καρδιάς μας το φλάμπουρο ρίγησε
στον αγέρα που στείλαν οι πρώτοι ορίζοντες.
Οι καινούργιοι μας δρόμοι που με πόνο ανοιχτήκανε
κι ανοιχτήκαν με δάκρυα, δε γνωρίζουν φραγμό.
Οδηγοί μας οι πόθοι οι νεκροί που αναστήθηκαν
και χάνονται πίσω μας των παλιών οι κοιλάδες.
Ψηλά, οι κορφές που τα ουράνια τ’ αχνόφωτα αγγίζουνε
μας καλούνε να στήσουμε πάνω τους τρόπαια.
Οι καινούργιοι μας δρόμοι – ευτυχώς – δεν τελειώνουν.
Κει πάνω, είναι μόνο σταθμός.


Tης Καίτης Χιωτέλλη

17.8.10

Ξεφυλλίζοντας τη σιωπή



Όλοι, εμείς, που σκάβουμε με τα νύχια μας τον ουρανό,
ώρα μεσάνυχτα, για να φωνάξουμε στον ήλιο "φτου ξελεφτερία".

Όλοι εμείς, που δραπευτεύουμε απ' το φεγγίτη της οδύνης,
για να φιλήσουμε στο στόμα τη χαρά.

Όλοι εμείς που μαλώσαμε στη μοιρασιά των άστρων.

Που δε συναντήσαμε ποτέ κανέναν στο δρόμο μας για να
μας δώσει πληροφορίες, κατά που πέφτει η σιγουριά.

Όλοι εμείς, που όταν όταν βρεθούμε κάτω από ερείπια,
διώχνουμε με χαμόγελα τους διασώστες.

Όλοι εμείς, που ψάξαμε στ' αζήτητα
να βρούμε τα στολίδια της ψυχής μας.

Που κάναμε τα μεγάλα ταξίδια μας στις φτερούγες των κύκνων.

Όλοι εμείς, οι σιωπηλοί ακροβάτες μιας υπόσχεσης μάταιης.

Όλοι εμείς, που παραπλανήσαμε τους ανέμους,
που ξελογιάσαμε τις ελπίδες.

Όλοι εμείς, που ερωτευθήκαμε ό,τι μας αφάνιζε.

Όλοι εμείς οι αφρούρητοι, που δεν είχαμε ποτέ ένα
άλλοθι για τα λάθη μας.

Όλοι εμείς οι αντιρρησίες της παρηγοριάς.

Όλοι εμείς, είμαστε μπάσταρδα του Θεού.

Ακόμα κι αν φοβήθηκε να μας αναγνωρίσει,
ένα είναι το σίγουρο.
Μας έχει αδυναμία.
Να το ξέρετε.

Αλκυόνη Παπαδάκη

9.8.10

Kράτα γερά



«Αυτά άστα γι’ αργότερα» της είπε πικρά.

«Πάντοτε όμως κράτα και κάτι για τον εαυτό σου. Στην εκκλησία βάλε κάποιους με πολύ προσοχή, στο ιερό μη βάζεις κανέναν.

Κανέναν. Μ’ ακούς;

Θα σε πληγώσουν. Θα σε κρεμάσουν. Θα σε κόψουν φέτες. Θα σε κάνουν με τα κρεμμυδάκια. Η αγάπη γίνεται πιο δυνατή, όταν έχει περιορισμούς. Αυτό να το θυμάσαι».

Πάνος Σταθόγιαννης